Θα ξεκινήσω με μία χιουμοριστική αλλά πολύ χαρακτηριστική πινελιά. Πληκτρολογώντας τον τίτλο της σημερινής συζήτησης «Όψεις των έμφυλων ανισοτήτων στην Τέχνη και τον Πολιτισμό» ο ορθογράφος του office κοκκίνιζε την λέξη «έμφυλων» και μου πρότεινε εναλλακτικά τις λέξεις «εμφύλιων, έμφυτων, έκφυλων». Θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε και ηλεκτρονικό λάψους, είναι χαρακτηριστικό πάντως τι ΔΕΝ αναγνωρίζει ως ΣΩΣΤΗ λέξη ένα βασικό εργαλείο γλώσσας του σήμερα.
Κοιτάζοντας λοιπόν τον τίτλο, αφού προσέθεσα την λέξη έμφυλων στο λεξικό, χαόθηκα, γιατί στην ουσία μιλώντας για τις έμφυλες ανισότητες στην Τέχνη και τον Πολιτισμό μιλάς για την ιστορία του Πολιτισμού και της αναπαράστασης και φυσικά έχουμε περισσότερο αρμόδιες στο πάνελ για να μιλήσουν σχετικά. Θα περιοριστώ στο χώρο δράματος, δηλαδή του θεάτρου.
Στην αρχαία τραγωδία έχουμε σπουδαία «γυναικοκεντρικά» έργα με μεγάλους γυναικείους ρόλους που κάθε γυναίκα ηθοποιός θα ονειρευόταν να παίξει. Μεγάλους ναι; Γυναικείους όμως ;
Τα έργα αυτά γράφτηκαν από άντρες για να ερμηνευτούν από άντρες που υποδύονταν τις γυναίκες και απευθύνονταν σε άντρες θεατές. Οι ηρωίδες μιλούν «ανδρικό» λόγο που φυσικά νομιμοποιεί την τιμωρία ή την καταστροφή τους εφ όσον υπέπεσαν στην ύβρι, αμφισβητώντας την κλίματα αξιών της εποχής και την πατριαρχική τάξη πραγμάτων. Είναι χαρακτηριστική η έναρξη του δεύτερου στάσιμου του χορού στον Αγαμέμνονα που μιλώντας για την Ελένη αναφέρει: Ελένη, ποιος να της τοδινε έτσι αυτό το όνομα το ταιριασμένο; Ελένη, γιατί απ αλήθεια Ελεεινή/ αντρών φθορά και καραβιών και κάστρων. Και ναι μεν ο χορός του Αγαμέμνονα είναι αντρικός αλλά και η Κασσάνδρα λίγες αράδες πιο κάτω, σκλάβα αρπαγμένη από την Τροία και τρόπαιο στο κρεβάτι του Αγαμέμνονα αυτή η ορκισμένη παρθένα του Απόλλωνα, αποκαλεί μιλώντας για μια άλλη γυναίκα, την αδελφή της Ελένης, «η μαύρη σκύλα η σκύλα τέτοια τολμά. Γυναίκα φόνισσα ενός άντρα». Το έγκλημα δηλαδή της Κλυταιμήστρας δεν είναι ότι διέπραξε φόνο αλλά ότι φόνευσε έναν άντρα. Ο φόνος της ίδιας της μάντισσας λίγο αργότερα δεν μετρά, η Κασσάνδρα δεν λογιάζει τον εαυτό της, γιατί είναι γυναίκα. Αναλώσιμο είδος.
Η Ελένη συμβολοποιεί το πατριαρχικό αντιπρότυπο για τις γυναίκες. Όμορφη, ποθητή, λάφυρο, κερδισμένη με κονταρομαχίες από τους μνηστήρες, υποπίπτει στην ύβρι της ερωτικής αυτοδιάθεσης. Ο Όμηρος την παρουσιάζει να μετανιώνει, να αποκαλεί τον εαυτό της «σκύλα» και να νιώθει τύψεις που η ερωτική της εξέγερση στάθηκε αιτία πολέμου. Στην Ελένη του Ευριπίδη αποκαθίσταται, η κόρη είναι σεμνή, δεν πήγε ποτέ στην Τροία και νιώθει ντροπή που τέτοια φήμη ακολουθεί το όνομα της. Δεν ξέρουμε φυσικά πως θα ένιωθε και θα δρούσε μια αντίστοιχη Ελένη, ούτε πως σκέφτονταν οι γυναίκες τότε, γιατί δεν έχουμε, παρά ελάχιστα δείγματα γυναικείου λόγου της εποχής.
Αλλά είναι πολύ πιθανό οι γυναίκες να σκέφτονταν με αυτό τον τρόπο γιατί διαπαιδαγωγούνταν στα Πατριαρχικά πρότυπα. Οι γυναίκες του Σοφοκλή και του Ευριπίδη καθυβρίζουν την Ελένη, ζητούν τον θάνατο της και εάν η Ελένη γλυτώνει, δεν είναι μόνο λόγω του άσβεστου έρωτα για αυτήν του Μενέλαου, αλλά και επειδή ο θρόνος της Σπάρτης του Τυνδάρεω απορρέει εξ αυτής. Η Ελένη είναι ωραία αλλά και να μην ήταν ο θρόνος την καθιστά θεόμορφη.
Στις Τρωάδες του Ευριπίδη η πραγματικότητα των γυναικών της εποχής διαγράφεται ανάγλυφη. Θύματα όλες εκτός ίσως της ηλικιωμένης Εκάβης, σεξουαλικής βίας, βιάζονται από τους μισητούς σε όλον τον κόσμο Αχαιούς αλλά και πάλι για την μοίρα τους υπεύθυνη θεωρούν την Ελένη. Μέσω της ιδανικής γυναίκας της πατριαρχίας της σεμνής Ανδρομάχης, που έχει λόγο αλλά τόσο όσο της επιτρέπει ο σύζυγος της, ο Ευριπίδης δίνει και άλλη μία διάσταση της γυναικεία υποταγής. Η Ανδρομάχη φοβάται γιατί έχει ακούσει πως λένε ότι μια βραδιά στο κρεβάτι ενός άντρα μπορεί να αλλάξει όλη την θεώρηση του κόσμου για την γυναίκα. Εδώ δεν ξέρουμε εάν υπονοείται η λαγνεία που προσδίδει ο ποιητής ως ελάττωμα στις γυναίκες ή μιλάει για την υποταγή στη σεξουαλική βία και κυριαρχία, που ούτως ή άλλως είναι δεδομένη.
Το γεγονός είναι ότι η αρχαία τραγωδία πραγματεύεται σχέσεις εξουσίας ανάμεσα στα κοινωνικά φύλα, τους άνδρες και τις γυναίκες, σχέσεις που παίρνουν τον χαρακτήρα μεγάλης σύγκρουσης στην τριλογία της Ορέστειας, στην Μήδεια, την Ηλέκτρα, την Φαίδρα, την Αντιγόνη, αλλά και στην κωμωδία την Λυσιστράτη, τις Εκκλησιάζουσες, τις Θεσμοφοριάζουσες. Στις τελευταίες το πρόβλημα είναι ότι ο Ευριπίδης τις παρουσιάζει λάγνες, επαναστατημένες και όχι σεμνές και υποταγμένες όπως είναι στην αληθινή ζωή. Και οι γυναίκες του Αριστοφάνη εκφέρουν «ανδρικό» λόγο, η Λυσιστράτη τις θεωρεί ακρατείς, ανεύθυνες και κρασοκανάτες, όμως παρουσιάζονται ρήγματα στο πατριαρχικό πρότυπο εξ άλλου και οι άντρες είναι ανόητοι, ξεμωραμένοι, φιλοπόλεμοι και καταχραστές. Η κωμωδία είναι μία άλλη πολύ μεγάλη συζήτηση γιατί παίζει με τα στερεότυπα τα χρησιμοποιεί, τα υπονομεύει και τα ανατρέπει μέσα από την δύναμη της λοξής ματιάς της σάτιρας και του γέλιου.
Τα πρότυπα ρόλων που θέτει η αρχαία τραγωδία θα διαιωνιστούν την εποχή του Κλασικισμού. Στο Ελισαβετιανό θέατρο, όπου ακόμα οι γυναικείοι ρόλοι παίζονται από άντρες είναι σημαντικά υποδεέστεροι από τους αντίστοιχους ανδρικούς και η αντίληψη για τις γυναίκες συνοψίζεται στο σαιξπηρικό «αδυναμία το όνομα σου είναι γυναίκα». Θα πρέπει να φτάσουμε στον 190 αιώνα και τον Ίψεν για να αρχίσει να αμφισβητείται το μοντέλο της συζύγου έγκλειστης στο αστικό Κουκλόσπιτο. Η Νόρα κλείνοντας την πόρτα πίσω της κλείνει μια ολόκληρη εποχή και μας εισάγει στα γυναικεία κινήματα του πρώτου φεμινιστικού κύματος.
Στο ελληνικό θέατρο σπουδαίους γυναικείους χαρακτήρες θα δημιουργήσει ο Γρηγόριος Ξενόπουλος. Η Στέλλα Βιολάντη είναι η χαρακτηριστική ηρωίδα θύμα της πατριαρχίας που τιμωρείται διπλά και από τον πατέρα αφέντη και από τον εραστή γιατί τόλμησε να σκεφθεί ότι έχει δικαίωμα στο έρωτα. Η προδοσία του Χρηστάκη (που την θέλει για την προίκα της) έρχεται να επιβεβαιώσει την αντίληψη της αστικής οικογένειας ότι η κόρη αποτελεί περιουσιακό στοιχείο που μεταβιβάζεται από τον πατέρα στον σύζυγο.
Πρόσφατα μία μεταγραφή στη σύγχρονη Ελλάδα της Στέλλας Βιολάντη αποτελεί το εξαιρετικό έργο του Γιάννη Οικονομίδη Στέλλα κοιμήσου. Το έργο μας μεταφέρει στον κόσμο των νέων τζακιών. Τα χρήματα είναι προϊόν εγκλήματος αλλά νομιμοποιούνται και εξαγοράζουν την εξουσία. Το αντικείμενο συναλλαγής; Τι άλλο από την κόρη.
Στο θέατρο δεν έχουμε πολλές γυναίκες συγγραφείς διαχρονικά και ακόμα λιγότερες καταξιωμένες γυναίκες συγγραφείς διαχρονικά. Το γιατί το διαβάσουμε στο «Ένα δικό σου δωμάτιο» της Βιρτζίνια Γουλφ, όπου δημιουργεί μυθοπλαστικά τον ρόλο, θα λέγαμε, της αδελφής του Σαίξπηρ. Μιας εξίσου αν όχι περισσότερο προικισμένης με ταλέντο συγγραφικό γυναίκας που πεθαίνει χωρίς να καταφέρει να γράψει μία λέξη. Φυσικά σήμερα έχουμε μερικές σημαντικές γυναίκες θεατρικούς συγγραφείς αλλά ο ανδρικός λόγος παραμένει κυρίαρχος ακόμα και ευνουχισμένος, όπως το πέος του αδελφού της που προσαρμόζει στο γυναικείο γεννητικό όργανο η πρωταγωνίστρια του Καθαροί πια της Σάρας Κέιν.
Οι γυναίκες ακόμα και σήμερα είναι περισσότερες στο προσκήνιο παρά στο παρασκήνιο της δραματικής δημιουργίας. Έχουμε αρκετές γυναίκες σκηνοθέτιδες αλλά σημαντικά περισσότερους άνδρες οι οποίοι με ελάχιστες εξαιρέσεις αμείβονται καλύτερα. Και έχουμε περισσότερες κοπέλες που επιλέγουν να γίνουν ηθοποιοί από ότι αγόρια παρ ότι οι ανδρικοί ρόλοι υπερτερούν. Στο πεδίο της αμοιβής των ηθοποιών ο διαχωρισμός γίνεται με κριτήρια εμπορικότητας και όχι φύλου, έχουμε εξ άλλου παράδοση σαν χώρα στις γυναίκες leader των θιάσων. Από την εποχή της Παρασκευοπούλου και της Βερώνης, της Κοτοπούλη, της Κυβέλη και της κας Κατερίνας, της Αλίκης Βουγιουκλάκη και της Τζένης Καρέζη οι γυναίκες κυριαρχούν στο χώρο του θεάτρου.
Μαντέψτε όμως πόσες γυναίκες είχαμε στο τιμόνι των δύο μεγάλων θεάτρων της χώρας του Εθνικού και του Κρατικού Βορείου Ελλάδος; Να μην σας κουράσω. Καμία.