Η οπτική ταυτότητα του φεστιβάλ μας φέτος, ήταν γύρω από την έκταση και τον χαρακτήρα του βλέμματος.
Η ανάγκη δηλαδή να επεκτείνουμε το βλέμμα σε όλα όσα συμβαίνουν. Η ανάγκη να γίνει το «κοίταγμα» βλέμμα.
Είναι μια πρόκληση και πρόσκληση προς κάθε κατεύθυνση, να μπούμε στον κόπο του να δούμε τα πράγματα και πέρα από τον δικό μας αυτονόητο-μικρό ορίζοντα. Με όλους τους τρόπους. Αυτό σηματοδοτούν οι διαφορετικές θέσεις αλλά και οι διαφορετικές όψεις των ματιών.
Ο άνθρωπος που κοιτά, δεν προσδιορίζεται από την αλαζονεία της γνώσης, δεν έχει διδακτικό τόνο δεν αποστασιοποιείται από τον καθημερινό άνθρωπο. Αντίθετα. Είναι ο απλός άνθρωπος σαν όλους εμάς, που κινητοποιείται από την περιέργεια, την έξαψη και τη σαγήνη των πραγμάτων και ειδικότερα της τέχνης.
Ο άνθρωπός μας, προσπαθεί να κοιτάξει καλύτερα με όλους τους δυνατούς τρόπους: με το εσωτερικό-ψυχικό βλέμμα, με την απόκρισή του στο εξωτερικό ερέθισμα αλλά και με τον συντονισμό του με το βλέμμα του Άλλου.
Κατ’ αναλογία, όπως όταν σηκωνόμαστε στις μύτες των ποδιών μας για να δούμε καλύτερα, όταν έχουμε μπροστά μας ένα μεγάλο πλήθος…
Ένας τελευταίος υπαινιγμός είναι το αφιέρωμά μας στον σκηνοθέτη Νίκο Κούνδουρο: Τα μάτια και η ενότητά τους, μας παραπέμπουν στη μορφολογία της κινηματογραφικής μηχανής, όχι για να προτείνουν βέβαια μια μηχανική αίσθηση για τον κόσμο, αλλά για να υπενθυμίσουν την αξία του συντονισμού και της έντασης του βλέμματος που είναι αναπόσπαστα στοιχεία σε κάθε μεγάλο έργο τέχνης.